- περίφλοιος
- περί-φλοιος, ον,A with bark all round, X.Cyn. 9.12.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
περίφλοιος — ον, Α αυτός που περιβάλλεται από φλοιό. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + φλοιός] … Dictionary of Greek
περίφλοιον — περίφλοιος with bark all round masc/fem acc sg περίφλοιος with bark all round neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφλοίους — περίφλοιος with bark all round masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φλοιός — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται το εξωτερικό περίβλημα του κορμού ή των κλαδιών του δέντρου, το περίβλημα των καρπών, το εξωτερικό στρώμα της γήινης σφαίρας, η φαιά ουσία που περιβάλλει τα ημισφαίρια του εγκεφάλου, η εξωτερική στιβάδα των… … Dictionary of Greek